Η Εκμ Τιμα Την Ημερα Μνημης Υης Γενοκτονιας Του Ποντου
Στο κόκκινα θα φωταγωγηθεί το Ελληνικό Κέντρο για να τιμήσει την Ημέρα Μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου (1916-1923), ένα από τα πιο σκοτεινά κεφάλαια της ελληνικής ιστορίας.
Η φωταγώγηση αυτή του Ελληνικού Κέντρου, συμβολίζει τις 350.000 ζωές που χάθηκαν με βία και βαρβαρότητα. Μέσω αυτής της πρωτοβουλίας, η Ελληνική Κοινότητα Μελβούρνης (ΕΚΜ) τίμησε τη μνήμη των πεσόντων, υπογραμμίζοντας τη σημασία της αναγνώρισης των φρικαλεοτήτων του παρελθόντος, διαφυλάσσοντας ότι η Ιστορία μας δεν θα ξεχαστεί ποτέ.
Με τις καρδιές να βαραίνουν απ’ τη θλίψη της ημέρας, με το βλέμμα όμως στραμμένο σε ένα καλύτερο μέλλον, η παροικία στέκεται ενωμένη, θεματοφύλακας των αξιών και της κληρονομίας των προγόνων μας.
Ο πρόεδρος της ΕΚΜ, κ. Βασίλης Παπαστεργιάδης, μοιράστηκε, με αφορμή την ημέρα αυτή, τη δική του προσωπική ιστορία, «Η γιαγιά μου γεννήθηκε στην Τραπεζούντα της Μικράς Ασίας. Την έδιωξαν μέσα από το ίδιο της το σπίτι. Αντιμετώπισε με περηφάνεια και θάρρος τον διωγμό και πάλεψε να αρχίσει ξανά απ’ το μηδέν. Ακόμη και όταν ξαναέχτισε τη ζωή της στην Καστοριά, μεγαλώνοντας με μόχθο τα τέσσερα παιδιά της, οι πληγές της, όσα χρόνια και αν πέρασαν, δεν επουλώθηκαν. Οι σκιές του διωγμού, στοίχειωναν το κάθε της βήμα και οι μνήμες από εκείνη την ημέρα έμειναν βαθιά χαραγμένες μέσα της.»
Συνέχισε λέγοντας, «Ακόμη με ακολουθούν τα λόγια της, όταν μου μιλούσε στην ποντιακή διάλεκτο και μου έλεγε “Βασίλη, δεν μπορώ να μιλήσω για το παρελθόν, αλλά ό,τι και αν έγινε, πάντα πρέπει να κοιτάμε μπροστά. Πρέπει να μάθουμε να προχωράμε μπροστά.” Σταμάτησα και εγώ να τη ρωτάω για όσα είδαν τα μάτια της. Την κοιτούσα και έβλεπα τη φλόγα τη ζωής να καίει μέσα της».
Συγκινημένος, καθώς στεκόταν μπροστά στο Ελληνικό Κέντρο, ντυμένο στα κόκκινα χρώματα, ο κ. Παπαστεργιάδης είπε: «Το λιγότερο που μπορούμε να κάνουμε είναι με αυτή την μικρή κίνηση να υπενθυμίσουμε στον κόσμο, αλλά και τις επόμενες γενιές ότι η μνήμη των θυμάτων της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου είναι ακόμα ζωντανή. Είναι χρέος μας να τιμήσουμε όλους εκείνους του ανθρώπους που υπέφεραν και δεσμευόμαστε να γίνει ένας φάρος μνήμης γιατί όπως είπε και ο Edmund Burke, Όσοι δεν γνωρίζουν την Ιστορία είναι καταδικασμένοι να την επαναλάβουν.»
Η Αντιπρόεδρος της ΕΚΜ, Ανθή Ι. Σιδηροπούλου, ποντιακής καταγωγής η ίδια, είπε, «Σήμερα, τα κεφάλια χαμηλώνουν. Τα μάτια δακρύζουν. Είναι μια μέρα που η πληγή ξανανοίγει… Οι προ παππούδες μου και απ’ την πλευρά της μητέρας μου αλλά και του πατέρα μου, επέζησαν από τη σφαγή και το διωγμό. Αφού βίωσαν ανείπωτες φρικαλεότητες, χάνοντας ένα μεγάλος μέρος της οικογένειας τους, κατάφεραν και εγκαταστάθηκαν στην Κατερίνη της Βόρειας Ελλάδας. Όσοι γλίτωσαν, είχαν μόνο ένα δρόμο: αυτόν του ξεριζωμού. Οι μνήμες, οι περιουσίες τους, τα χωράφια, τα ζώα τους, τα σπίτια τους, όλα έμειναν πίσω.»
Συνέχισε λέγοντας, «Βλέποντας το Ελληνικό Κέντρο φωτισμένο στα κόκκινα, εδώ στην άλλη άκρη του κόσμου, στη Μελβούρνη, μου φέρνει δάκρυα στα μάτια. Είμαι βαθιά συγκινημένη γιατί μου θυμίζει την οδυνηρή ιστορία της οικογένειάς μου και νιώθω ένα κράμα συναισθημάτων, θλίψης και ανακούφισης. Αυτή η φωταγώγηση είναι φόρος τιμής στις ζωές που χάθηκαν, μια αναγνώριση του Ελληνισμού του Πόντου και μια σημαντική υπενθύμιση του πόσο σημαντική είναι η πολιτιστική κληρονομιά για τις νεότερες γενιές".
Η 19η Μαΐου αναγνωρίστηκε και καθιερώθηκε από το ελληνικό κράτος το 1994 ως η επίσημη Ημέρα Μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου, τιμώντας τη μνήμη των 350.000 Ελλήνων του Πόντου που χάθηκαν στα χέρια των Νεότουρκων και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας από το 1916 έως το 1923. Άλλες πηγές, συμπεριλαμβανομένων ξένων ιεραποστόλων, κάνουν λόγο για 500.000 νεκρούς, οι περισσότεροι από εκτοπισμούς και αναγκαστικές πορείες στην έρημο της Ανατολίας. Οι φρικαλεότητες που διαπράχθηκαν κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου περιλάμβαναν σφαγές, αναγκαστικές εκτοπίσεις που περιλάμβαναν επικίνδυνες πορείες, εκτελέσεις και εσκεμμένη εξάλειψη των πολιτιστικών, ιστορικών και θρησκευτικών ορόσημων της Ανατολικής Ορθοδοξίας.
«Ξηρανθήτω ημίν ο λάρυγξ, εάν επιλαθώμεθά σου ω Πάτριος Ποντία γη» (Λεωνίδας Ιασονίδης)